Στο κείμενο αυτό, που ο Αντόρνο θεωρούσε από τα σημαντικότερά του, βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη ένας πυκνός ιστός φιλοσοφικών στοχασμών, κοινωνιολογικών παρατηρήσεων και πολιτικών θέσεων, με άξονα την αισθητική: αναγνώριση της αφετηρίας της τέχνης στην κοινωνική ζωή αλλά και υπεράσπιση της αυτονομίας της απέναντι σε αυτήν ανατρεπτική κριτική των καθιερωμένων αισθητικών κατηγοριών του ωραίου, της μορφής, του περιεχομένου, της μίμησης, της αρμονίας, της ενότητας καταγγελία της πολιτιστικής βιομηχανίας αλλά και επιφύλαξη απέναντι σε απατηλές μορφές πρωτοπορίας αμφισβήτηση κάθε προσπάθειας αναστήλωσης του παραδοσιακού και ένθερμη υποστήριξη της μοντέρνας τέχνης, που πραγματώνεται στα έργα μοναδικών δημιουργών όπως ο Προυστ, ο Μπέκετ, ο Σαίνμπεργκ, ο Κλέε ή ο Τσελάν…
Ο Αντόρνο σκόπευε να χρησιμοποιήσει ως μότο του βιβλίου έναν αφορισμό του Σλέγκελ: «Σε αυτό που αποκαλείται φιλοσοφία της τέχνης λείπει συνήθως ένα από τα δύο: ή η φιλοσοφία ή η τέχνη». Η Αισθητική θεωρία είναι καρπός αυτής της ανέλπιστης συνάντησης.
Το κείμενο της Αισθητικής θεωρίας, όπως το βρήκαν οι επιμελητές τον Αύγουστο του 1969 και το εξέδωσαν όσο πιο πιστά γινόταν, είναι ένα έργο σε εξέλιξη (work in progress) και όχι ένα αποπερατωμένο βιβλίο έτοιμο για εκτύπωση. Λίγες μέρες πριν από τον θάνατό του ο Αντόρνο έγραφε σε μια επιστολή ότι για την τελική εκδοχή «απαιτείται ακόμη μια απεγνωσμένη προσπάθεια», «αλλά αφορά κυρίως την οργάνωση, όχι πλέον την ουσία του βιβλίου», αφού, όπως δηλώνει, «κατά βάση όλα έχουν διατυπωθεί». Έτσι λοιπόν το έργο στο σύνολό του απέμεινε ένας κορμός, ο οποίος μαζί με την Αρνητική διαλεκτική και ένα έργο ηθικής φιλοσοφίας που σχεδίαζε να γράψει, σύμφωνα με τη βούληση του Αντόρνο θα «αντιπροσώπευε αυτά που έχω να ρίξω στην πλάστιγγα».
Κεντρικό αντικείμενο για τον στοχασμό του πρώιμου Νίτσε, όπως φανερώνουν τα κύρια συγγράμματα της περιόδου αυτής, αποτελεί η αρχαία ελληνική τραγωδία. Υπό το πρίσμα της μεταφυσικής και της αισθητικής θεωρίας του Σοπεγχάουερ, ο Νίτσε πραγματεύεται την ακμή και την παρακμή του "αρχαίου μουσικού δράματος" ως αποφασιστικό κεφάλαιο στην ιστορία ολόκληρου του δυτικού πολιτισμού. Η αττική τραγωδία, κατά τον φιλόσοφο, αποτελούσε ολοκληρωμένο έργο τέχνης, σύνθεση ποίησης, πλαστικών τεχνών, χορού και μουσικής, γεννήθηκε δε από τον συγκερασμό δύο πολύ ιδιαίτερων στοιχείων, του "απολλώνιου" και του "διονύσιου". Το κορυφαίο αυτό επίτευγμα του ελληνικού πνεύματος διαβρώθηκε, ωστόσο, από τον σωκρατικό ορθολογισμό και την σωκρατικού χαρακτήρα αισθητική του Ευριπίδη, οδηγούμενο έτσι στον αφανισμό.
Το τρία κείμενα που συμπεριλαμβάνονται στην παρούσα έκδοση ("Το ελληνικό μουσικό δράμα", "Ο Σωκράτης" και η τραγωδία και "Η διονύσια κοσμοθεώρηση") αποτελούν τα κύρια τεκμήρια του εντατικού στοχασμού του Νίτσε για την τραγωδία, που παρουσιάσθηκε εν τέλει συνολικά στη "Γέννηση της τραγωδίας", το κύριο έργο της πρώιμης περιόδου του φιλοσόφου. Δεν αποτελούν ωστόσο απλώς προεργασία για το έργο αυτό, καθώς αναπτύσσουν διανοήματα που εκεί είτε παρουσιάζονται υπό διαφορετικό φως είτε και απουσιάζουν εντελώς. Ο γνώστης μάλιστα της νιτσεϊκής φιλοσοφίας δεν θα δυσκολευτεί να εντοπίσει στα τρία αυτά κείμενα στοιχεία που, συχνά αναδιατυπωμένα και μετασημασιοδοτημένα, διαπνέουν όλον τον μεταγενέστερο στοχασμό του φιλοσόφου.
"Ο μεγάλος άνθρωπος ξέρει πότε και πού είναι μικρός. Ο Ανθρωπάκος δεν ξέρει ότι είναι μικρός και φοβάται να το μάθει".
Ο ψυχαναλυτής Βίλχελμ Ράιχ έβλεπε μέσα στον καθημερινό άνθρωπο -αυτόν στον οποίο αποδίδουμε τις ονομασίες μέσος όρος, κοινή γνώμη- τα ψήγματα της φασιστικής ιδεολογίας και του ολοκληρωτισμού. Ο άνθρωπος που καταπιέζεται, που δεν αναλαμβάνει ευθύνες, που δεν κρίνει τα κακώς κείμενα, που δεν μετέχει σε συλλογικότητες μπορεί να φερθεί με ακόμα πιο σκληρό τρόπο και να καταχραστεί την εξουσία όταν αποκτήσει δύναμη. Ο συγγραφέας που κυνηγήθηκε και φυλακίστηκε για τις ιδέες του σε αυτό το βιβλίο ασκεί κριτική στον μέσο νευρωτικό άνθρωπο για τη μικρότητα και την παθητικότητα με την οποία χειρίζεται όλα τα κρίσιμα ανθρώπινα ζητήματα.
Trier par:
Tout Effacer