Έργο ενός από τα πιο οξυδερκή πνεύματα του εικοστού αιώνα, «Το Όπιο των Διανοουμένων» διατηρεί πάντα την επικαιρότητά του. Απόσταγμά του οι δυο τελευταίες φράσεις: «Αν η ανοχή γεννιέται από την αμφιβολία, ας διδάξουμε την αμφιβολία απέναντι σε πρότυπα και ουτοπίες, ας αμφισβητήσουμε τους προφήτες της σωτηρίας, όσους εξαγγέλλουν καταστροφές. Ας ευχηθούμε την έλευση των σκεπτικιστών, αν αυτοί μόνο μπορούν να εξαλείψουν τον φανατισμό». Δημοσιευμένο το 1955, «Το Όπιο των Διανοουμένων» είναι μια αμετάκλητη καταδίκη της διαποτισμένης με κακοπιστία και δογματισμό αφέλειας που διέκρινε τη γαλλική ιντελιγκέντσια της εποχής. Με αταλάντευτη διανοητική ακεραιότητα, ο Ρεϋμόν Αρόν αναλύει την εξέλιξη λέξεων όπως «Αριστερά», «Επανάσταση» και «προλεταριάτο», λέξεων ενταγμένων στον μύθο τον οποίο αποϊεροποιεί. Διότι πώς είναι δυνατόν, αναρωτιόταν ο Αρόν, να γίνεται αποδεκτή η στάση διανοουμένων οι οποίοι δείχνονται αδέκαστοι σε ατέλειες των λεγόμενων «αστικών» Δημοκρατιών και, ταυτοχρόνως, τόσο φιλόφρονες στα συνεχή εγκλήματα των «Λαϊκών» Δημοκρατιών; Και πώς να προσπεράσει κανείς τον παραλογισμό πολιτικο-ιδεολογικών αμαλγαμάτων που επιτείνουν την αλλοτρίωση διανοουμένων οι οποίοι αναζητούν μια θρησκεία, λατρεύοντας την Ιστορία όπως λατρεύονται οι θεοί; Ερχόμενος σε ρήξη με την πνευματική οικογένεια από την οποία προερχόταν, ο Ρεϋμόν Αρόν δεν προβαίνει, ωστόσο, σε ένα στείρο ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Προτείνει τον ψύχραιμο στοχασμό, μια χωρίς μίσος διαμάχη, καλώντας να τον ακολουθήσουν «όλοι εκείνοι που αρνούνται να ανακαλύψουν μέσα στην παλαίστρα της Αγοράς το μυστικό του ανθρώπινου πεπρωμένου».