Η διαφορά της ώρας µικρή, η χιλιοµετρική απόσταση που τους χώριζε µεγάλη, παρ’ όλα αυτά ο θανατηφόρος κυµατισµός που προκάλεσαν οι εκρήξεις στο µετρό του Λονδίνου διέσχισε µε βιάση το στενό της Μάγχης, κατηφόρισε την ξενυχτισµένη Ευρώπη, τα ράθυµα Βαλκάνια, για να σκάσει πάνω στο παράθυρό της εξασθενηµένος, ελάχιστος, ένα δειλό τρεµούλιασµα του αέρα. Κι ο θόρυβός του, πιο αδύναµος κι από το βουητό της σφήκας στο τζάµι. Όµως έφτασε. Το ένιωσε µε την πρώτη, η Δέσποινα. Το αντιλήφθηκε όπως έπλενε την κούπα του καφέ στον νεροχύτη, κάτι την τίναξε προς τα πίσω ή ήταν η ιδέα της; Είδε ξάφνου το µπράτσο της να πρήζεται και ο νους της πήγε µόνο σε εκείνον. Στην εύθραυστη σιλουέτα του, έτσι όπως τη θυµόταν να δρασκελίζει την είσοδο του µετρό και να κατεβαίνει βαθιά στη γη χρησιµοποιώντας την κυλιόµενη σκάλα…
Η Δέσποινα θα πληροφορηθεί από τα δελτία ειδήσεων το αποτρόπαιο γεγονός ότι ο µονάκριβος γιος της που σπούδαζε στην Αγγλία συγκαταλέγεται ανάµεσα στα θύµατα µιας νέας βοµβιστικής επίθεσης φανατικών ισλαµιστών στο µετρό του Λονδίνου. Το ταξίδι της στη βρετανική πρωτεύουσα θα κρατήσει λίγες µονάχα ώρες. Σύντοµα θα επιστρέψει στο σπίτι της µε την τραγική υποψία ότι το ωστικό κύµα των τροµοκρατικώνχτυπηµάτων έχει σαρώσει όχι µονάχα το µέλλον, αλλά και το παρελθόν της οικογένειάς της. Κι ενόσω περνούν οι µέρες του πένθους, η Δέσποινα θα αναρωτηθεί, για πρώτη φορά, πώς βρέθηκε το µοναχοπαίδι της τη λάθος ώρα στον λάθος τόπο. Ήταν η µοίρα του, η «κακιά στιγµή» ή µήπως τίποτα δεν είναι τυχαίο σ’ αυτόν τον κόσµο;