Το μυθιστόρημα του Robert Seethaler αφηγείται τη ζωή του χωρικού Αντρέας Έγκερ, ακολουθώντας τον από τα δύσκολα παιδικά του χρόνια μέχρι το τέλος της ζωής του. Με λιτό λυρισμό, αλλά και με κριτικό βλέμμα απέναντι στις τεχνολογικές αλλαγές, που συντελούνται σχεδόν σιωπηλά και με την ανοχή των τοπικών αρχών σε ένα απομακρυσμένο χωριό των αυστριακών Άλπεων, ο συγγραφέας καταγράφει τα μικρά και, εκ πρώτης όψεως, ασήμαντα γεγονότα που χαράζονται ανεξίτηλα στη ζωή και στη μνήμη ενός μεροκαματιάρη που κερδίζει τα προς το ζην άλλοτε με κάθε λογής χαμαλοδουλειές της υπαίθρου και άλλοτε με την εργασία του στην υπηρεσία μιας κατασκευαστικής εταιρείας που έρχεται να αλλοιώσει για πάντα το φυσικό τοπίο με τα τελεφερίκ για τους περαστικούς τουρίστες, οι οποίοι κατακλύζουν τα βουνά, μόνο και μόνο για να ζήσουν μερικές στιγμές περιπέτειας, μακριά από τη μονοτονία των μεγαλουπόλεων.
Με τον καιρό, τα αγροκτήματα μετατρέπονται σε ξενώνες, οι στάβλοι σε ταβέρνες, και τα σιδηρουργεία σε καταστήματα επισκευής ειδών σκι, καταδικάζοντας μια ολόκληρη κοινότητα να γυρίσει την πλάτη στη σοφία αιώνων και να ζήσει από τον τουρισμό.
Και όμως, μολονότι ο Έγκερ νιώθει "πολλές φορές σαν ένα μικρό αλλά διόλου ασήμαντο γρανάζι μιας γιγάντιας μηχανής με το όνομα Πρόοδος", κλείνει μέσα του όλη την αγνότητα, την τέχνη και τη γνώση ενός ανθρώπου της υπαίθρου, αν όχι ενός αναχωρητή, που ακόμα και σε βαθιά γεράματα βαδίζει αγέρωχος, κουβαλώντας στην πλάτη του τα όνειρα και τις απώλειες της νιότης του, την τραυματική εμπειρία από το ρωσικό μέτωπο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τα αναπάντητα ερωτήματα μιας ολόκληρης ζωής, αλλά και τις επώδυνες μνήμες ενός έρωτα που μαράθηκε προτού καν βλαστήσει, προσμένοντας σε κάθε του βήμα την Κυρά των Πάγων να σβήσει από μέσα του τη ζωή με το παγερό χνότο της. Ώσπου το μόνο που απομένει είναι το σκοτάδι. Και η παγωνιά...