Ο "Αλλόκοτος ελληνισμός" φωτίζει επτά έκκεντρες μορφές της νεοελληνικής πνευματικής ιστορίας, οι οποίες αφοσιώθηκαν με πάθος στις σχέσεις ελληνισμού και χριστιανισμού, Ανατολής και Δύσης και αποτόλμησαν ασυνήθιστους πειραματισμούς με τη νεοελληνική ταυτότητα. Οι παραγνωρισμένες αυτές αναζητήσεις της ελληνικότητας γεννήθηκαν λίγο πριν και λίγο μετά τα δύο κρίσιμα ιστορικά ορόσημα του ελληνισμού, την πτώση του Βυζαντίου (1453) και τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους (1830), απολήγοντας σε επτά εκδοχές οριακής εμπειρίας των ιδεών στον ευρύτερο ελληνικό χώρο: περιπλάνηση (Κυριάκος Αγκωνίτης), ουτοπία (Πλήθων), εκτοπισμός (Μάρουλλος Ταρχανιώτης), βλασφημία (Χριστόδουλος Παμπλέκης), αίρεση (Θεόφιλος Καΐρης), αλλόκοτο (Παναγιώτης Σοφιανόπουλος), ψευδολογία (Κωνσταντίνος Σιμωνίδης).
Συνδυάζοντας τη μελέτη των πηγών με την ιστορία των ιδεών και τον φιλοσοφικό στοχασμό, το δοκίμιο του Νικήτα Σινιόσογλου χαρτογραφεί μια λησμονημένη μεθόριο της νεοελληνικής ιστορίας των ιδεών, την οποία η κυρίαρχη διανοητική ιστορία αντιμετωπίζει με δυσπιστία και αμηχανία.
Στην παρούσα συγκυρία ακραίας πολιτικής ρευστότητας και ιδεολογικών ανακατατάξεων, τα ανοίκεια άκρα της νεοελληνικής ιστορίας των ιδεών αποκτούν μιαν αναπάντεχη πολιτική σημασία.
"Κάθε σύστημα ωφελείται αναγνωρίζοντας την ανάγκη παρέκκλισης, ενώ συνάμα τρέμει την υπερβολή της. Μοιραία η αλλόκοτη σκέψη δεν ζει πολύ. Λίγες ιδέες κατορθώνουν να διαφύγουν από τη βία του κανόνα, κι όταν το πετυχαίνουν είναι για λίγο μόνο. Το αλλόκοτο δεν διαλέγεται παρά σημαίνει. Αλλόκοτο είναι ό,τι αντιστέκεται".
Ν.Σ.
Πρόκειται για το τελευταίο βιβλίο του Καντ το οποίο εκδόθηκε με επιμέλεια του ιδίου (1798) και περιλαμβάνει τις αντίστοιχες πανεπιστημιακές του παραδόσεις (1772-1796).
Η πραγματολογική Ανθρωπολογία δεν επιδιώκει την εκτενή γνώση των πραγμάτων του κόσμου, αλλά τη γνώση του ανθρώπου ως πολίτη του κόσμου. Το πεδίο της επομένως είναι αυτό των ανθρώπινων ικανοτήτων και δεξιοτήτων, και των μορφών συμπεριφοράς και δράσης με τις οποίες ο άνθρωπος διαμορφώνει ως ελεύθερο ον τον εαυτό του, ορίζοντας ταυτόχρονα το πλαίσιο των σχέσεών του με τους άλλους.
Καλύπτοντας το κενό που δημιουργήθηκε μετά την ανασκευή της ορθολογικής ψυχολογίας και την άρνηση της επιστημονικής εγκυρότητας της εμπειρικής ψυχολογίας, η πραγματολογική Ανθρωπολογία διαρθρώνεται εν πολλοίς (ιδίως με την υποδιαίρεση του πρώτου μέρους σε τρία Βιβλία) σε αντιστοιχία με τις τρεις Κριτικές, στις οποίες ανατρέχει άλλωστε διαρκώς για τη φιλοσοφική θεμελίωση των πορισμάτων της.
Απαντώντας στο ερώτημα "Τι είναι ο άνθρωπος;" -στο οποίο ανάγονται τα ερωτήματα της Μεταφυσικής ("Τι μπορώ να γνωρίσω;"), της Ηθικής ("Τι οφείλω να πράξω;") και της Θρησκείας ("Τι επιτρέπεται να ελπίζω;")-, η πραγματολογική Ανθρωπολογία εντάσσεται στην προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος της ενότητας της φιλοσοφίας, προπαρασκευάζοντας ταυτόχρονα το έδαφος για τη γένεση των ανθρωπιστικών επιστημών.
Ανθρωπολογία και εικαστικές τέχνες: συμπαράθεση δραστηριοτήτων και αναφορών που επιφυλάσσει, ίσως, κάποιες εκπλήξεις στον αναγνώστη. Δεν πρόκειται για μια εισαγωγή στη μελέτη της "πρωτόγονης" τέχνης, με την οποία συνδέεται συνήθως η ανθρωπολογία, ούτε για μια εγκυκλοπαιδικού τύπου συγκριτική παρουσίαση της τέχνης μη δυτικών πολιτισμών. Η συλλογή έχει στόχο να αναδείξει τη στροφή του ερευνητικού ενδιαφέροντος των ανθρωπολόγων, από τη δεκαετία του 1980 και μετά, προς κάθε είδους διασυνδέσεις μεταξύ εικαστικών τεχνών και ανθρωπολογίας. Δίνεται έμφαση στη σύγχρονη τέχνη, κυρίως της Ευρώπης και των ΗΠΑ, και εξετάζονται θεματικές και ερωτήματα που απασχολούν τόσο ανθρωπολόγους και άλλους κοινωνικούς επιστήμονες όσο και καλλιτέχνες, ιστορικούς και θεωρητικούς της τέχνης και επιμελητές εκθέσεων, αλλά και όσους ενδιαφέρονται για τις κοινωνικές και διαπολιτισμικές όψεις της σύγχρονης παραγωγής και διακίνησης έργων τέχνης.
Στον τόμο παρουσιάζονται ορισμένα κείμενα ιστορικής σημασίας, από τα πρώτα και ελάχιστα εκείνα που βοήθησαν να διευκρινιστεί ο χαρακτήρας της ανθρωπολογικής προσέγγισης ειδικότερα στη σύγχρονη τέχνη και να ξεκινήσει η έρευνα σ` αυτό το πεδίο. Θίγονται σημαντικά ζητήματα που έχουν προκύψει ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, όπως ο προβληματισμός γύρω από τις κοινές "πριμιτιβιστικές" ανησυχίες ανθρωπολόγων και καλλιτεχνών, η αναζήτηση μιας χαρακτηριστικά ανθρωπολογικής θεώρησης της τέχνης και οι συζητήσεις γύρω από την αισθητική ως διαπολιτισμική κατηγορία. Δίνεται έμφαση στις κριτικές επαναγνώσεις της ιστορίας της ανθρωπολογίας της τέχνης, ενώ κατατίθενται νέες προτάσεις σχετικά με την ικανότητα δράσης που διαθέτει το έργο τέχνης. Σχολιάζονται εικαστικές εκθέσεις, διερευνώνται καλλιτεχνικές πρακτικές και αναδεικνύεται ευρύτερα ο διάλογος ανθρωπολόγων και καλλιτεχνών, μέσα από τον οποίο διαμορφώνεται ένα εργαστήριο έρευνας, κριτικής των στερεοτύπων και νέων τρόπων σκέψης και δράσης.