Το βιβλίο ξεκινά με ένα σεισμό, ιδωμένο μέσα από τα μάτια ενός ανώνυμου εννιάχρονου αγοριού που ζει σε ένα μεσοαστικό συγκρότημα κατοικιών στο Maipu, της Χιλής. Στο δεύτερο μέρος, πρωταγωνιστής είναι ο συγγραφέας του πρώτου μέρους του μυθιστορήματος. Ο πατέρας του είναι ένας λιγομίλητος άνθρωπος, ο οποίος ενώ ισχυρίζεται ότι δεν ενδιαφέρεται για την πολιτική, σιωπηλά συντάσσεται με το καθεστώς Πινοσέτ. Η αφήγηση εναλλάσσεται ανάμεσα στον συγγραφέα και τον πρωταγωνιστή, το παρελθόν και το παρόν, προβάλλοντας με μελαγχολία και οργή την ιστορία ενός έθνους, και μιας γενιάς -που όπως λέει ο συγγραφέας έμαθε να διαβάζει και να γράφει ενόσω οι γονείς τους έγιναν συνεργοί ή θύματα της Δικτατορίας. Πρόκειται για το πιο προσωπικό μυθιστόρημα του Alejandro Zambra (συγγραφέα του «Μπονσάι»), που είναι ίσως ο σημαντικότερος Χιλιανός συγγραφέας μετά τον Roberto Bolaño. «…Μια φορά, χάθηκα. Θα ’μουν έξι ή επτά χρονών. Είχα αφαιρεθεί και, ξαφνικά, δεν έβλεπα πια τους γονείς μου. Φοβήθηκα, αλλά βρήκα αμέσως το δρόμο κι έφτασα πρώτος στο σπίτι – εκείνοι μ’ έψαχναν συνέχεια, απεγνωσμένα, αλλά εγώ νόμισα ότι είχαν χαθεί· ότι εγώ ήξερα να γυρίζω σπίτι κι εκείνοι όχι. «Ήρθες από άλλο δρόμο» είπε η μητέρα μου αργότερα, με τα μάτια της ακόμα κλαμμένα. «Εσείς ήρθατε από άλλο δρόμο» σκέφτηκα, αλλά δεν το είπα…» γράφει ο Zambra στο βιβλίο και ο μεταφραστής Αχιλλέας Κυριακίδης σημειώνει: Τo είπε, αργότερα, ο Αlejandro Zambra, γράφοντας αυτό το θαυμάσιο μυθιστόρημα αναπόλησης της παιδικής ηλικίας, της χαμένης αθωότητας και των ενοχών για την απώλεια της αθωότητας. Η έννοια της απώλειας κυριαρχεί στην αφήγηση, την αφήγηση της περιπέτειας μιας αέναης, νοερής επιστροφής, όπου τα ψίχουλα του Κοντορεβυθούλη έχουν φαγωθεί προ πολλού… - See more at: http://www.bibliotopia.gr/gr/el/products/tropoi-na-gyrizeis-spiti#sthash.il3Q3hUb.dpuf