Ιδού λοιπόν τα δύο άκρα της αλυσίδας: η οικονομία καθορίζει, αλλά σε τελική ανάλυση, μακροπρόθεσμα, λέει πρόθυμα ο Ένγκελς, την πορεία της Ιστορίας. Ωστόσο, αυτή η πορεία "ανοίγει τον δρόμο της" μέσα από τον κόσμο των πολλαπλών μορφών του εποικοδομήματος, των τοπικών παραδόσεων και των διεθνών περιστάσεων. Αυτός ο επικαθορισμός γίνεται αναπόφευκτος, και διανοητός, αφ’ ης στιγμής αναγνωρίζεται η πραγματική ύπαρξη, κατά μεγάλο μέρος ειδική και αυτόνομη, και συνεπώς μη αναγώγιμη σε ένα καθαρό φαινόμενο, των μορφών του εποικοδομήματος και της εθνικής και διεθνούς συγκυρίας. Πρέπει λοιπόν να φτάσουμε μέχρι τέλους και να πούμε ότι αυτός ο επικαθορισμός δεν οφείλεται στις φαινομενικά ιδιάζουσες ή αλλόκοτες καταστάσεις της ιστορίας, αλλά ότι είναι καθολικός, ότι ποτέ η οικονομική διαλεκτική δεν λειτουργεί σε καθαρή κατάσταση, ότι ποτέ στην Ιστορία δεν βλέπουμε αυτές τις βαθμίδες, που είναι οι υπερδομές κ.λπ., να αποσύρονται σεβάσμια όταν έχουν επιτελέσει το έργο τους ή να διαλύονται ως καθαρό φαινόμενό της, για να αφήσουν να πορευτεί επί της βασιλικής οδού της διαλεκτικής η Αυτής Μεγαλειότητα η Οικονομία επειδή θα είχε έρθει δήθεν το πλήρωμα του Χρόνου. Η μοναχική ώρα της "τελικής ανάλυσης" δεν φτάνει ποτέ, ούτε την πρώτη ούτε την τελευταία στιγμή.