Τ Ο «ΧΡΥΣΟΨΑΡΟ» (1929) είναι ένα μυθιστόρημα για τις ποικίλες εκδοχές της ομοερωτικής επιθυμίας, για τη ρευστότητα των έμφυλων ταυτοτήτων, αλλά και για τις ηδονές και τη μνήμη του σώματος. Σταθμός στην ομοερωτική λογοτεχνία, όπως δείχνουν και οι σύγχρονες εκδόσεις του σε ευρωπαϊκές γλώσσες, μιλά με τόλμη και απροσποίητα για τους αποκλεισμούς και τη σεξεργασία, για τις βαθύτατες ταξικές διακρίσεις και την πατριαρχική οπτική που διαχέει παντού την υποκρισία της.
Το μεγάλο ταλέντο του Alec Scouffi έγκειται στη ζωντάνια με την οποία περιγράφει τον κόσμο του «Χρυσόψαρου». Μας καλεί να ακολουθήσουμε τους ήρωες στα νυχτερινά κέντρα της Μονμάρτρης και της Πιγκάλ, να αισθανθούμε την ατμόσφαιρα του πρόσκαιρου πανηγυριού, ν’ ακούσουμε τον απόηχο της τζαζ, να νιώσουμε την έξαψη των σωμάτων, αλλά και να καταδυθούμε στο σκοτάδι και στη σιωπή, να τρέξουμε μαζί με τους φευγαλέους ίσκιους, να γίνουμε μάρτυρες του εσωτερικού διχασμού προσώπων έωλων και ξεριζωμένων, που δεν είναι μόνο θύτες ή μόνο θύματα, αλλά παραδέρνουν διαρκώς σε μια αμφιθυμική κρίση, κατατρύχονται από ανεκπλήρωτα πάθη, περιδινούνται στον κρατήρα των ηδονών, σε μια φρενήρη κίνηση χωρίς δυνατότητα εξόδου.